Displaying: 61-80 of 1776 documents

0.115 sec

61. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Δημήτριος Δακρότσης Η λειτουργία της άμεσης ενορατικής γνώσης στον Benedetto Croce
abstract | view |  rights & permissions
Το ενδιαφέρον για τις ιδέες ενός σύγχρονου στοχαστή με βαθιά πνευματικότητα και με ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση στην πατρίδα του, αλλά και στον ευρύτερο Δυτικό κόσμο με ώθησε στα φιλοσοφικά μονοπάτια του Benedetto Croce (Pescasseroli-Abruzzo 1866-1952). Από την πρώτη επαφή με το έργο του Ιταλού φιλοσόφου διέκρινα μία ολοκληρωμένη και στέρεα θεμελιωμένη φιλοσοφική ανάλυση με τρόπο οικείο και προσιτό στην καθη­μερινή ανθρώπινη δραστηριότητα: αρχές διαχρονικών ζητημάτων, όπως είναι η τέχνη, η λογική, η ηθική και η ιστοριογραφία, αναζητούνται σε ποιότητες, όπως είναι το συναίσθημα, η ζωτικότητα, η κοινωνικότητα, η συμπεριφορά και οι ανθρώπινες σχέσεις. Η άμεση και προσιτή αναφορά στα φιλοσοφικά πράγματα και ο τρόπος προσέγγισης των πνευματικών αρχών στο επίπεδο της θεωρίας, αλλά και της πράξης ήταν καθοριστικά κίνητρα για μια διεξοδικό­τερη έρευνα των πτυχών του κροτσιανού στοχασμού: πτυχών διαχρονικών, βιωματικών, που δημιουργούν διαρκώς νέα ερωτηματικά, νέα πεδία έρευνας και αλληλεπιδράσεις. Μέρος αυτών των πτυχών επιχειρούμε να εξετάσουμε σε αυτήν την ανακοίνωση με κεντρικό άξονα την άμεση ενορατική γνώση, η οποία εκδηλώνεται πολυμορφικά, ενώνοντας τις φιλοσοφικές αρχές. Η άμεση ενορατική γνώση, όπως θα παρατηρήσουμε, αποτελεί μόνο μία λειτουργία της αισθητικής, η οποία εισδύει σε θέματα πολιτικά, σε θέματα συμπεριφορών και γενικότερα ηθικής.
62. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Κωνσταντίνος Μωραΐτης Η σχηματοποίηση κατά την τοπιακή ερμηνεία: Ο συσχετισμός της θεωρητικής πρότασης του σχηματισμού με την αισθητική θεώρηση και το σχεδιασμό του τοπίου
abstract | view |  rights & permissions
To παρόν άρθρο επιχειρεί να συσχετίσει την αισθητική αξιολό­γηση και τον σχεδιασμό του τοπίου, με το ευρύτερο θεωρητικό πεδίο των νεό­τερων Δυτικών κοινωνιών, με περιοχή αρχικής αναφοράς τον 18ο αιώνα. Κατά την περίοδο αυτή ένα ήδη συγκροτημένο ευρωπαϊκό παρελθόν παραστάσεων και διαμορφώσεων τοπίου, προσφέρεται ως πεδίο εποπτείας στη φιλοσοφική θεωρία. Ταυτόχρονα συγκροτείται η θεωρητική πρόταση του Σχηματισμού η οποία εξετάζει τους όρους νοητικού ελέγχου επί της εξωτερικής πραγματι­κότητας. Η εξέλιξη της αρχικής προσέγγισης του Σχηματισμού υποδεικνύει, στις περιόδους που ακολουθούν, ανάλογες μεταβολές στους όρους ελέγχου που αναπτύσσονται επί του φυσικού περιβάλλοντος, παρεμβαίνοντας σε αυτό είτε μέσω νοητικών είτε μέσω υλικών κατασκευών, όπως στις θεωρήσεις, πα­ραστάσεις και διαμορφώσεις των πολιτισμικά καθορισμένων τόπων που συ­νιστούν το τοπίο. Η μετάβαση από την ευκλείδεια στατική σχηματοποίηση, στην αλγεβρική περιγραφή ή στη σχηματοποίηση όρων μεταβολής, όπως αυ­τοί που περιγράφονται από την τοπολογική ή την παραμετρική προσέγγιση, μπορεί να θεωρηθεί ως ανάλογη με μεταβολές οι οποίες αναπτύσσονται στην περιοχή των θεωρήσεων, των παραστάσεων και των διαμορφώσεων του το­πίου και, πολύ ευρύτερα, ως ανάλογη με μεταβολές που αναπτύσσονται, στη γενικότερη ερμηνεία του περιβάλλοντα χώρου, φυσικού ή κατασκευασμένου, από το νεότερο πολιτισμό γενικότερα.
63. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Γιάννης Λαζαράτος Οντολογία της επικαιρότητας, θνητότητα και αυτονομία: Σχόλιο στην περίπτωση της σύγχρονης τέχνης
abstract | view |  rights & permissions
Το κείμενο της ανακοίνωσης, έχοντας ως θεωρητικό του κέντρο τη φιλοσοφική πρόταση-θέση του συγγραφέα περί της υποχρεωτικής για κάθε ανθρώπινο ον νοηματοδότησης του γεγονότος του θανάτου, ως μιας αποφα­σιστικού χαρακτήρα πολιτικής πράξης που ανάλογα με το περιεχόμενό της αφορά άμεσα το πρόταγμα της αυτονομίας θετικά ή απορριπτικά, προσεγγίζει τη σύγχρονη τέχνη από τη σκοπιά μιας οντολογίας της επικαιρότητας. Συνδέ­οντας ευθέως το φαντασιακό της αποδοχής της θνητότητας με την υιοθέτηση του προτάγματος της αυτονομίας μετά από μια αυστηρή σειρά βημάτων, που συζητούν όλους τους όρους του τίτλου του κειμένου, το κείμενο διαπιστώνει εν τέλει ότι η σύγχρονη ζωή της τέχνης ρυθμίζεται εξ ολοκλήρου από τη ση­μασία της αποδοχής του θνήσκειν και ως εκ τούτου - σε πείσμα του κυρίαρ­χου ετερόνομου σημασιακού σύμπαντος και της κρατούσας αλλοτρίωσης των ημερών μας - συγκροτείται ως ένα πεδίο βιωμένης ελευθερίας και θεσπισμέ­νης αυτονομίας.
64. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Εμμανουήλ Μαυρομμάτης H εκ των υστέρων κατασκευή της προέλευσης ως καλλιτεχνική συμπεριφορά
abstract | view |  rights & permissions
H ανάλυση αναφέρεται στα λογικά συστήματα ιστορικής αξιο­λόγησης και ανακατασκευής προηγούμενων ή και σύγχρονων καλλιτεχνικών εργασιών μέσω της παραπομπής τους στην «αξιολόγησή τους μέσω της προέλευ­σης» ή «στην ερμηνεία της νέας τους έννοιας, μέσω της καταγωγής», σύμφωνα με το θεώρημα του Καθηγητή της Κλασικής Αρχαιολογίας Philippe Bruneau, κατά το οποίο αναγνωρίζεται ως τέχνη ό,τι προέρχεται από τέχνη κ.ο.κ. Αυτή η αντίληψη είχε διατυπωθεί το 1974 στο προφητικό του άρθρο ‘Situation méthodologique de l’histoire de l’art antique’ (‘Il y a art si les usagers croient qu’il y a art’) και συνέπιπτε με τ H εκ των υστέρων κατασκευή της προέλευσης ως καλλιτεχνική συμπεριφορά α statements σύγχρονων Αμερικανών μινιμαλι­στών και εννοιολογικών καλλιτεχνών, οι οποίοι την ίδια περίπου περίοδο διε­τύπωναν την άποψη ότι ‘a work of art is a tautology in that it is a presentation of the artist’s intention, that is, he is saying that a particular work of art is art, which means, is a definition of art’ (1969, Joseph Kosuth) ή ότι ‘if someone calls it art, it’s art ’ (Donald Judd) ή ότι ‘the idea becomes a machine that makes the art’ κατά τον Sol Lewitt το 1967. Το χαρακτηριστικό αυτού του ταυτολογικού συστήματος ανάλυσης είναι ότι η αναδρομική κατασκευή ή η προ-εγκατάστα­ση μιας παραπομπής εξασφαλίζει τις μετέπειτα καλλιτεχνικές της συνέπειες, οι οποίες με τη σειρά τους παραπέμπουν εκ νέου στην παραπομπή από την οποία προήλθαν για να την επανερμηνεύσουν κ.ο.κ. Αυτό το σύστημα είχε εγκατα­σταθεί από τον Kazimir Malevitch ανάμεσα στο 1924 και στο 1927 μέσω της θεωρίας του «προστιθέμενου στοιχείου» (élément ajouté) το οποίο, παρεμβαλ­λόμενο κάθε φορά ως νέο στοιχείο στην προηγούμενη καλλιτεχνική διαμόρφω­ση, τη μεταβάλλει, προκαλώντας νέες καλλιτεχνικές συνθήκες. Έτσι εξηγούσε το πέρασμα από τον Cézanne στον κυβισμό, στον φουτουρισμό και στη δική του καλλιτεχνική θεώρηση, τον σουπρεματισμό. Ένα ανάλογο σύστημα είναι του Βarr Alfred Jr., το οποίο προλόγιζε το κλασικό του βιβλίο Cubism and Abstract Art το 1936 και κατέγραφε μέσω πολύπλοκων διασυνδέσεων 25 περί­που τάσεις της σύγχρονης τέχνης. Η κεντρική ιδέα αυτού του αναγνωριζόμενου ως υποχρεωτικού περάσματος από το ένα κίνημα στο άλλο αποκάλυπτε και στους δύο συγγραφείς τον κανονιστικό, εκπαιδευτικό, κοινωνικό και θεωρητι­κό χαρακτήρα της εκάστοτε καλλιτεχνικής πρότασης, εφόσον αντικαθιστούσε το οντολογικό ερώτημα τι είναι τέχνη από το επιστημολογικό ερώτημα από πού προέρχεται η τέχνη και πώς δρα και πώς συμπεριφέρεται η τέχνη και υπονούσε ότι το κυκλικό αυτό σύστημα είναι αναπόφευκτο και συνεπώς παγκόσμιο. Επί­σης οι θεωρητικές επιλογές του Αμερικανού συγγραφέα Clement Greenberg, εμπνεόμενες από τις αισθητικές κατηγορίες του Ελβετού Heinrich Wölfflin ως προς τις συνθήκες του περάσματος από την Αναγέννηση στο Μπαρόκ, θα συλ­λάβουν ένα αντίστοιχο υποχρεωτικό πέρασμα από τον αναλυτικό κυβισμό στον αμερικανικό εξπρεσιονισμό. Στη συνέχεια οι καλλιτέχνες της ομάδας Support/Surface στη Γαλλία θα εγκατασταθούν στη διαδοχή της αφηρημένης αμερι­κανικής ζωγραφικής μέσω των ιδεών του Malevitch και ο Γάλλος ιστορικός Jean Clair θα κατασκευάσει το 1972 ένα διάγραμμα της τέχνης στη Γαλλία των χρόνων του 1960, όπου θα αντιπαρατεθούν οι νέο-παραστατικοί και οι εννοιολογικοί καλλιτέχνες. Τέλος η Αμερικανίδα καθηγήτρια Rosalind Krauss θα αποστασιοποιηθεί με το διάσημο άρθρο της ‘A view of Modernism’ του 1972 ως προς τη γραμμική αντίληψη ερμηνείας της τέχνης και θα την αντιπα­ραθέσει σε συνεργασία με τον Yve-Alain Bois στην έκθεση L’informe, mode d’emploi τo 1996 στο Centre Georges Pompidou, την «εντροπία» της ύλης, τον υποβιβασμό της, ανεξάρτητα από το βλέμμα, μέσω της παραπομπής στον Georges Bataille και στον Robert Smithson. Αντίστοιχα ο Αμερικανός ιστορι­κός Hal Foster θα αναλάβει τον ίδιο χρόνο με το βιβλίο του The Return of the Real την παράλληλη κριτική του γραμμικού συστήματος ερμηνείας, μέσω της αναγνώρισης του συσχετισμού της εμπλοκής τόσο του βλέμματος όσο και του αντικειμένου του στην ίδια δημόσια σχέση και δημόσια λειτουργία. Ο συγγρα­φεύς της ομιλίας καταλήγει με την παρατήρηση της αντιστοιχίας των ιδεών του Foster με εκείνες του Γάλλου Εγκυκλοπαιδιστή Denis Diderot, για τον οποίο η ιδέα της σχέσης και της πρόσληψης της σχέσης καθεαυτήν, είναι το θεμέλιο του Ωραίου (της τέχνης).
65. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Βασίλειος Κωτσάκης Ο Σοπενχάουερ και ο δρόμος προς τη λύτρωση διά της συμπόνιας στο έργο Πάρσιφαλ του Βάγκνερ
abstract | view |  rights & permissions
Η επαφή του Γερμανού μουσουργού Ρίχαρντ Βάγκνερ με το έργο του φιλοσόφου Σοπενχάουερ επηρέασε ιδιαίτερα το έργο του. Η επίδρα­ση αυτή έχει αποτυπωθεί έντονα στο έργο Πάρσιφαλ. Στην ανακοίνωσή μου θα αναζητήσω με επίκεντρο αυτό το έργο αναφορές στο έργο και των δύο και πιο συγκεκριμένα θα αναζητήσω σε αυτό την έννοια της συμπόνιας και της λύτρωσης. Η ρόλος της συμπόνιας εμφανίζεται διαφοροποιημένος ανά πράξη και διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής του Πάρσιφαλ. Η συμπόνια, σύμφωνα με τον Σοπενχάουερ, αποτελεί μια δύναμη αντίρροπη της βούλησης και μια θεμελιώδη βάση της ηθικής. Παράλληλα θα αναφερθώ στη θρησκευτικότητα που διαπνέει το έργο Πάρσιφαλ και την επίδρασή της στη σχέση του μουσουργού με τον Νίτσε.
66. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Μαρία Παλτζή Μπορεί να ταυτιστεί η τέχνη με την ηθική: Η φιλοσοφική και αισθητική θεωρία της Iris Murdoch
abstract | view |  rights & permissions
Η Iris Murdoch, φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος, συνδέει άρρηκτα στο έργο της την ηθική με την αισθητική. Πυρήνας του συνολικού της έργου αποτελεί η πλατωνική θεωρία για το ωραίο και το καλό. Η παρούσα εισήγηση εξετάζει τις σχέσεις ανάμεσα στην αγάπη, στην τέχνη και στο καλό, καθώς αυτές θεωρούνται εκφάνσεις του καλού μέσα στον πραγματικό κόσμο. Δεσπόζουσα θέση στην ηθική φιλοσοφία της κατέχει η έννοια της αγάπης. Η αγάπη αποτελεί την ουσία τόσο της τέχνης όσο και της ηθικής και συνίσταται στην ανακάλυψη του αντικειμενικού κόσμου. Πρόκειται για μια αέναο προσπάθεια, που θα επιτευχθεί μόνο με την απάρνηση του εγωιστικού εαυτού. Επομένως το υπερβατικό καλό του Πλάτωνος γίνεται πραγματικό διά της αρετής, ήτοι διά της προσπάθειάς μας να υπερβούμε την ιδιοτελή μας συνείδηση και να συνδεθούμε με την πραγματική ουσία του κόσμου χωρίς να αναμένουμε καμία ανταμοιβή. Ομοίως η τέχνη συνιστά ένα οδοιπορικό από τη φαινομενικότητα στην πραγματικότητα σε πλήρη αντιστροφή της πλατωνικής αισθητικής. Η καλή τέχνη συνιστά εγχείρημα συνεχούς απόσβεσης του εαυτού του καλλιτέχνη από το θέμα του σε μια προσπάθεια να εκφράσει το κεντρικό πεδίο της ανθρώπινης συνθήκης. Ο αυθεντικός καλλιτέχνης είναι ένας καλός άνθρωπος.
67. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Ιωάννης Πετράκης Το επιχείρημα των «ἐναντίων λόγων» στον Φαίδωνα του Πλάτωνος και οι Πυθαγόρειοι
abstract | view |  rights & permissions
Στην παρούσα ανακοίνωση εξετάζεται από φιλοσοφική σκοπιά το πρώτο επιχείρημα του διαλόγου Φαίδων υπέρ της αθανασίας της ψυχής, γνωστό και ως επιχείρημα των ἐναντίων λόγων, ενώ παράλληλα ελέγχεται η συμβολή της σκηνοθεσίας και των δραματικών προσώπων στον τρόπο ανάπτυξής του. Διακριτή επίσης είναι η αναφορά μας στον κύκλο των πυθαγορείων φιλοσόφων και στη συνάφεια των απόψεών τους με το μείζον διακύβευμα του διαλόγου.
68. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Μαρία Παπαδάκη Η τραγικότητα του δρώντος υποκειμένου στο ευριπίδειο σύμπαν και στη ζωή
abstract | view |  rights & permissions
Ο Ευριπίδης υπήρξε στοχαστής που βίωσε σε απόλυτο βαθμό την απομόνωση ώστε να προβληματιστεί έντονα για την πανανθρώπινη μοί­ρα. Συνέλαβε και εξέφρασε με άρτιο αισθητικό τρόπο την τραγικότητα της ύπαρξης, μελετώντας τις συγκλίνουσες και τις αποκλίνουσες αποχρώσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ενώ ανήγαγε το τραγικό από αισθητική κατηγορία στην ίδια τη ζωή, ως τρόπο ύπαρξης (το «υπάρχειν τραγικώς»). Θα επιχει­ρήσουμε να δούμε: α) τους άξονες που κινήθηκε, οι οποίοι αιτιολογούν την τραγικότητα των ηρώων του, β) τα είδη των συγκρούσεων που αναφύονται στα δράματά του, γ) τον χειρισμό των παθών που έχουν μια διαλεκτική όσο και μια επικίνδυνη σχέση με τον ορθολογισμό και τη ρητορεία των επιχειρη­μάτων που καλούνται να «αντιμετωπίσουν», καθώς και δ) τη σχέση του με το μεταφυσικό και την άνωθεν παρηγορητική παρουσία εξωλογικών δυνάμεων (όπως των από μηχανής θεών) στο αποκορύφωμα και στα αδιέξοδα της αν­θρώπινης δράσης. Επίσης θα ασχοληθούμε με την ευριπίδεια ενοχή, η οποία προϋποθέτει τη γνώση του καλού και του κακού, ωστόσο δίδει προβάδισμα στην επικράτηση του πάθους σε ένα ανοίκειο σύμπαν που στήνει παγίδες, εκμεταλλευόμενο την έλλειψη σοφίας της δρώσας ύπαρξης. Εδώ αναφύεται ο κατεξοχήν τραγικός προβληματισμός ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο είναι. Ποιά είναι η αληθινή ουσία των πραγμάτων και ποιά είναι η πλασματική, την οποία η φαντασία μας εκλαμβάνει ως πραγματική; Όλα τα δράματά του φανερώνουν τις αναρίθμητες πτυχές του ψεύδους και της πλάνης που μας κατακλύζει σε οντολογικό και σε κοσμολογικό επίπεδο. Η ρευστότητα του κόσμου αντανακλάται στο θνησιγενές και στο ευμετάβολο της ύπαρξης. Τέ­λος θα εμβαθύνουμε στην αρχαιοελληνική αντίληψη περί του χάους και του απαρηγόρητου της ύπαρξης που αγνοεί τα όρια της δράσης της, αλλά υποχρε­ούται να δρα και ως εκ τούτου καθίσταται αναμφιβόλως τραγική.
69. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Εύη Προύσαλη Η μεταγραφή εννοιών της υπαρξιστικής φιλοσοφίας στη σκηνική σημείωση
abstract | view |  rights & permissions
Ο διεθνούς φήμης Ιταλός σκηνοθέτης Ρομέο Καστελούτσι και η ομάδα του με την επωνυμία Societas Raffaello Sanzio δημιουργούν τα τε­λευταία χρόνια θεατρικές παραστάσεις μεστές φιλοσοφικού στοχασμού, με επίκεντρο τα υπαρξιακά ζητήματα και τη σχέση του ανθρώπου με το θείο. Το καλοκαίρι του 2011 παρουσίασαν στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και στην Αθήνα την παράσταση Περί της έννοιας του προσώπου του Υιού του Θεού (On the concept of the face, regarding the Son of God). Μια παράσταση με έντονη επιρροή από την υπαρξιστική φιλοσοφία του Ζαν-Πωλ Σαρτρ όπως αυτή απο­τυπώνεται στο φιλοσοφικό του δοκίμιο το Είναι και το Μηδέν. Η παράσταση επικεντρώνεται στο ανθρώπινο ον ενώπιον του Υιού του Θεού. Με γνώμονα τις απόψεις του Theodor Adorno ότι η «αισθητική μορφή είναι κατασταλαγμέ­νο περιεχόμενο» και ότι μόνο τα «έργα τέχνης που γίνονται αισθητά ως τρόπος συμπεριφοράς έχουν λόγο ύπαρξης» θα προσεγγίσουμε αυτήν την παράστα­ση, η οποία φαίνεται ότι ανταποκρίνεται και στα δύο παραπάνω προτάγματα. Πρόκειται για ένα ρηξικέλευθο παραστασιακό γεγονός το οποίο δεν περιλαμ­βάνει γραπτό ή προφορικό λόγο αλλά βασίζεται αποκλειστικά σε «σκηνικές εικόνες», οι οποίες εμφανίζουν πολύ συγκεκριμένες και «εικονοκλαστικές» συμπεριφορές. Τα σκηνικά σημεία της παράστασης παραπέμπουν ευθέως στις έννοιες -βλέμμα, εμείς-αντικείμενο, εμείς-υποκείμενο, ελευθερία εν καταστάσει, είναι-πράττειν- της υπαρξιστικής φιλοσοφίας του Ζαν-Πωλ Σαρτρ. Η παρού­σα εισήγηση αποπειράται να αναδείξει την αισθητική φόρμα με την οποία οι έννοιες αυτές μεταγράφονται σε σκηνική σημείωση στην προαναφερθείσα παράσταση.
70. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Κοσμάς Σκαβάντζος Τί είναι η ζωγραφική: Αναζητώντας έναν ορισμό και ένα νόημα της εικόνας στην εποχή της ψηφιακής τέχνης και της αφαίρεσης
abstract | view |  rights & permissions
Στην παρούσα ανακοίνωση αναζητούμε έναν ορισμό για τη ζω­γραφική. Τί είναι ζωγραφική; Μήπως είναι η τέχνη, η επιστήμη, η τεχνολογία, η οπτική σκέψη, η αλχημεία ή ένα θείο δώρο; Το θέμα του ορισμού της τίθεται εκ νέου μετά τον συγκλονιστικό 20ο αι. όπου η ζωγραφική επαναπροσδιορίζεται από το κίνημα της αφηρημένης τέχνης και πολλούς και διάφορους πειραματι­σμούς. Στην ανακοίνωση αυτή επιχειρείται μια κριτική ανασκόπηση ενός ορι­σμού που δίδεται από τον Dominic McIver Lopez. Θεωρούμε ότι αυτός ο ορι­σμός είναι ανεπαρκής παρά τις θετικές πτυχές του, επειδή: α) δεν προσδιορίζει ποιά είναι η συμβολική γλώσσα με τα σημάδια που άφησε ο καλλιτέχνης στον οποίο ανήκουν και β) αγνοεί την πρόθεση του καλλιτέχνη, δηλαδή το στοιχείο που παράγει ένα έργο τέχνης. Στη συνέχεια συνθέτουμε έναν ορισμό βάσει των στοιχείων που λείπουν. Λαμβάνοντας παραδείγματα από τη ζωγραφική δράσης και τον αφηρημένο εξπρεσιονισμού, θα προσδιορίσουμε κυρίως τί λείπει από τη ζωγραφική του 20ου αι. Τέλος εκφράζουμε την ανησυχία μας για το μέλλον της ζωγραφικής. Ποιά είναι η τρέχουσα έννοια της τέχνης της «ποίησης» (το ποιείν) χειροποίητων εικόνων σε μια οπτικώς κορεσμένη εποχή, όπου οι εικόνες παράγονται μηχανικά και αναπαράγονται σε εκατομμύρια/σε μεγάλη πληθώρα; Υπάρχει κάτι που μας προσφέρει η ζωγραφική, το οποίο άλλες εικαστικές τέ­χνες δεν είναι σε θέση να δώσουν; Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η ζωγρα­φική είναι μια τέχνη που αφορά τον άνθρωπο (ανθρωπιστική και φιλελευθέρη), η οποία διαμορφώνει σε μια συγκεκριμένη συμβολική γλώσσα τους μεγάλους μύθους - δηλαδή τις μεταφυσικές συντεταγμένες - που δίδουν ενέργεια, δύναμη και νόημα στη ζωή μας. Επίσης η ζωγραφική ως οπτική έκφραση της σκέψης γίνεται τρόπος ζωής, πράγμα το οποίο είναι το ίδιο με τη φιλοσοφία!
71. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Türker Aksun Three Counter-arguments against Divine Command Theory
abstract | view |  rights & permissions
The relation between morality and the existence of God is explicitly or implicitly presupposed not only in the ethical theories of different philosophers and thinkers but also in many politicians’ addresses to public, in the interviews of famous authors and columnists, in the sermons of priests or even in the most well-known masterpieces of world literature. We are often told by these social leaders that the idea of God and that of immortality are indispensable for morality, and that in an atheistic or naturalistic world there can be no ethics at all. What underlies this widespread conviction is actually the great debate on the foundation of morality, which has been a major issue in ethics for a long time. This paper aims first of all to examine the relation between morality and the existence of God within the framework of Divine Command Theory (contrary to the common confusion, not of belief in God); and then to criticize that claim based on William Craig’s arguments (Craig being one of the most influential Christian moralists). The arguments for the Divine Command Theory will be intentionally restricted to Craig’s ideas because, although he attacks humanism and naturalism in his debates with Kurtz, Nielsen, Harris and Taylor, he does not have to defend his position. This paper mostly targets his ideas based on religious terms, not philosophy.
72. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Emanuele Antonelli Mimesis and the Trace: Ancient Perspectives on Social Ontology and Religion
abstract | view |  rights & permissions
Recovering an ancient debate on the meaning of the Latin word pomoerium, I will show that if John Searle has offered the standard version of social ontology, Maurizio Ferraris has good reasons to claim that his ‘Theory of Documentality’ can go further. Nonetheless, his anti-post-modernism and his blindness about the religious origins of the social objects he deals with, reduce the width of his argument. Complementing his hasty analysis of mimesis with the mimetic theory of religion, violence and the sacred, put forward by René Girard, I will try to show that social objects always hide a scapegoating event and not just a document, as Ferraris would say. Recovering the underlying Derridean paradigm and adding a Girardian reading, such an investigation would turn Ferraris’ static and insufficient analysis into a dynamic ontology of actuality. Thus my aims are: 1) to verify to what extend Ferraris’ theory holds ground, 2) point out, through the application of mimetic theory, certain limits of the theory pertaining to the origins of the social objects investigated, and 3) hint at a new paradigm based on the graft of Derridean thought with the trace of Girardian thoughts on mimesis.
73. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Javier Agüero–Águila Derrida: Heidegger and Sartre’s Anthropological Limits
abstract | view |  rights & permissions
This article represents an interpretation of Jacques Derrida’s work Les fins de l’homme (The ends of the man). The first part of the article is an analysis of the implications of Derridian criticism to a kind of human-ism present in France after the Second World War. This humanism, called by Derrida “Philosophical Anthropologism”, is mainly expressed through the figure of Jean Paul Sartre, for whom, according to Derrida, the notion of man is a descriptive and structural one, and as such different from Heidegger’s metaphysical notion that involved an examination of the being in its ontolog-ical dimension. Thus, it is important to scrutinize Derrida’s interpretations of Heidegger’s thought. The second part of the article emphasizes the analysis of the metaphysical deficiencies of “Sartrean humanism”, which implies the division between the ontic and onto-logic, favoring the historicity of the first one. That is why the concept of “neighborhood” between the man and the being has been introduced, which sees everyone as the aim of the other. One’s aims, in this way, appear as defined by the impossibility of thinking about the being beyond the man himself and vice versa. Finally, some ideas related to the Derridian project and its Heideggerian inspirations are discussed. They represent a criticism of logocentricism in its latest version. They are consid-ered, according to Derrida, as Sartrean ones.
74. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Andreia Margarida Pires Carvalho Deconstructing the Privilege of the Voice: The Thought of Archi-writing of Jacques Derrida
abstract | view |  rights & permissions
This brief presentation, guided by the thought of archi-writing of Jacques Derrida, has the double purpose of, on the one hand, showing how the Greco-Western philosophical tradition is based on the irreducible privilege of a supposed living word (phoné) – logo-phono-centrism – and, on the other hand, showing how the thought of archi-writing deconstructs this privilege, pointing out that every mark, spoken or written, occurs already in a scene that makes it, in advance, a response. With this in mind, it becomes essential, in a first moment, to elucidate the concept of logo-phono-centrism, assuming it as the fundament of the privilege of the living word (phoné) and consequent secondarization of the writing, under its traditional conceptual-ization. In a second moment, deconstructing the logo-phono-centric orien-tation enunciated before, the way in which the thought of archi-writing is highlighted, leading to the impossibility of any originary fullness of sense reveals a singular notion of response that shows a deconstruction already operating in every mark, written or spoken.
75. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Elena Bolotnikova Philosophy as Self-care
abstract | view |  rights & permissions
The paper states that an individual, once it has discovered the problem of meaning of its own existence, uses solutions offered by the cultur-al experience of civilization: religion or philosophy. The study of philosophy is understood, along with religious choice, as a way of self-care. Religion and philosophy are compared according to structural elements of self-care marked by Michel Foucault, such as: telos, ethical substance, mode of subjection and ascetic practices. The differences are confirmed by historical examples. In this paper I criticize the current state of social reality, that, due to the development of technology and communication strategies, complicate the interpretation of the individual’s own being. By facilitating transfer of any knowledge of the self and the world as a discursive mode, network tech-nology multiplies the hum of everyday life, making society the “silent ma-jority.” The original self-care isn’t focused on collecting “likes” and reposts on the net, but assumes motion in discursive/non-discursive knowledge area, thus creating the space where an individual realizes himself and his being.
76. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Nikolay Biryukovv Varieties of Determinism: Spinozist Meditations
abstract | view |  rights & permissions
The paper distinguishes between two varieties of determinism: a strong one and a weak one. Weak determinism asserts that whatever happens is caused and that cause necessitates the effect; strong determinism is not satisfied with this assertion, but goes further stating that whatever happens can be traced to just one universal cause. If we define freedom as a capacity to start a new causal chain, strong determinism would allow only one properly free agent; it is thus indistinguishable from fatalism. Weak de-terminism, allowing a plurality of free agents, preserves whatever we need to account for our possession of scientific knowledge (the notion of necessity), but evades fatalism with its characteristic identification of determination and predestination. The discourse on freedom and necessity is often presented as controversy between compatibilism and incompatibilism. The above argument would normally fall under the former category; I prefer, however, an incompatibislm, albeit of a different kind, viz. that free will is incompatible with indeterminism. For free will, if it is seen as real ability, is not mere intention to do something on one’s own; it is only feasible in a deterministic world.
77. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Boris Chendov The Interdisciplinary Positivism: Third Stage of Development of Positivistic Philosophy
abstract | view |  rights & permissions
The most distinctive feature of the third period of the history of science (since Wiener’s “Cybernetics”, 1948) is the essential role of the inter-disciplinary investigations which represent a specific form of manifestation of the integrative tendency in the history of science. The result was a cardinal re-organization of the system of science: together with the further development of the canonical sciences, such as mathematics, physics, chemistry, biology, etc. as well as of their branches of various degrees. What also took place is a pro-cess of formation of complex theories, or even of complex sciences, involving in a new synthesis problems of various canonical sciences. They became rel-evant problems of philosophy of science. This process of peculiar solution of the philosophical problems in different complex fields of investigation resulted into disintegration of the united system of philosophy into various fragments, seen in a close connection with relevant problems from special sciences. This tendencies lead to different forms of positivistic philosophy.This disintegration of the system of philosophy is not a rough rejection of the united system of philosophy of science, nor does it represent the united positivism.
78. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
María del Carmen Dolby Múgica Simone Weil and the Critique of Marxism through her Conception of the Work
abstract | view |  rights & permissions
Simone Weil undertakes the critique of Marxism, particularly in her work: “Reflections on the causes of freedom and social oppression,” and she raises what I would call her utopia of work, where she elaborates the ways of eliminating oppression characteristic not only of a capitalist state but also of a socialist one. Weil discusses what she calls the dogma of scientific socialism, i.e., the strong belief that oppression will end when the capitalist society disappears definitively. Simone says that it is quite illusory to think that the oppression will disappear along with capitalism. This is because the key of oppression is in the total subordination of workers to the company and its leaders. The human being is a “thinking entity” and only a form of production that implies and admits the thought of individual workers, can be the basis on which to build a free society. Thought and action are the authentic hinges of her philosophy. Weil’s ideal is based on a spiritual conception of human being that should pay attention to the work not just to develop his higher faculties, but also to elevate himself to the transcendent values and ultimately, to God.
79. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Jude Raymund Festin Thinking in Overlap: Collingwood and Wittgenstein on Words, Concepts, and Propositions
abstract | view |  rights & permissions
It is theoretically risky to juxtapose Collingwood with Wittgenstein. The former is a metaphysician who has deep sense of history, while the latter is a logician who is celebrated for his unorthodox way of doing philosophy. Collingwood sees things in their interconnected whole, while Wittgenstein grasps them in minute detail. The former approaches a philosophical problem always from a historical standpoint in an orderly and holistic fashion, ever mindful of how things hang together. The latter examines a philosophical question in a diagnostic manner. Given their different intellectual backgrounds and tempers of mind, it may seem that Collingwood and Wittgenstein have little in common, if any at all. There are, however, significant similarities in their philosophical ideas, as have been noted by a good number of Collingwoodian scholars. Wittgentein’s notion of certitudes in “On Certainty”, for instance, bear striking resemblance to Collingwood’s idea of absolute presuppositions in “Essay on Metaphysics”. Their views on the phenomenon of magic intersect at some interesting points. And their respective insights on the nature of language also show salient affinities. How does one account and explain such convergences from two philosophers from contrasting backgrounds, with different tempers of mind? This paper intends to show that Collingwood’s conception of philosophical overlap and Wittgenstein’s notion of family-resemblances converge at some interesting points. This suggests that, despite the stark differences in personalities and philosophical interests, Collingwood and Wittgenstein are philosophers cast in the same mold of thought.
80. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Alla G. Glinchikova European Modernity: Two Forms of Individualization
abstract | view |  rights & permissions
The main idea of this paper is a reflection on two types of individualization, “ascending” and “descending”, a classification done in accordance to two basic forms of Christian Modernity: the Russian and the European one. Christian and post-Christian Modernity were initially based on two types of Antique-Christian synthesis: western, associated with the name of Saint Augustine; and Eastern, associated with the name of Dionysius Areopagita. Therefore, this paper is particularly focused on the phenomenon of “ascending individualization”, which is considered to be a basic one in the Eastern Antique-Christian synthesis. It shows the role of this kind of individuation in the development of the European and of the Russian types of Modernity. As a conclusion we can suggest a possible way out of the crisis of Modernity through the synergy of the two types of individualization.