Displaying: 21-40 of 128 documents

0.185 sec

21. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 1
Κοσμάς Σκαβάντζος Τί είναι η ζωγραφική: Αναζητώντας έναν ορισμό και ένα νόημα της εικόνας στην εποχή της ψηφιακής τέχνης και της αφαίρεσης
abstract | view |  rights & permissions
Στην παρούσα ανακοίνωση αναζητούμε έναν ορισμό για τη ζω­γραφική. Τί είναι ζωγραφική; Μήπως είναι η τέχνη, η επιστήμη, η τεχνολογία, η οπτική σκέψη, η αλχημεία ή ένα θείο δώρο; Το θέμα του ορισμού της τίθεται εκ νέου μετά τον συγκλονιστικό 20ο αι. όπου η ζωγραφική επαναπροσδιορίζεται από το κίνημα της αφηρημένης τέχνης και πολλούς και διάφορους πειραματι­σμούς. Στην ανακοίνωση αυτή επιχειρείται μια κριτική ανασκόπηση ενός ορι­σμού που δίδεται από τον Dominic McIver Lopez. Θεωρούμε ότι αυτός ο ορι­σμός είναι ανεπαρκής παρά τις θετικές πτυχές του, επειδή: α) δεν προσδιορίζει ποιά είναι η συμβολική γλώσσα με τα σημάδια που άφησε ο καλλιτέχνης στον οποίο ανήκουν και β) αγνοεί την πρόθεση του καλλιτέχνη, δηλαδή το στοιχείο που παράγει ένα έργο τέχνης. Στη συνέχεια συνθέτουμε έναν ορισμό βάσει των στοιχείων που λείπουν. Λαμβάνοντας παραδείγματα από τη ζωγραφική δράσης και τον αφηρημένο εξπρεσιονισμού, θα προσδιορίσουμε κυρίως τί λείπει από τη ζωγραφική του 20ου αι. Τέλος εκφράζουμε την ανησυχία μας για το μέλλον της ζωγραφικής. Ποιά είναι η τρέχουσα έννοια της τέχνης της «ποίησης» (το ποιείν) χειροποίητων εικόνων σε μια οπτικώς κορεσμένη εποχή, όπου οι εικόνες παράγονται μηχανικά και αναπαράγονται σε εκατομμύρια/σε μεγάλη πληθώρα; Υπάρχει κάτι που μας προσφέρει η ζωγραφική, το οποίο άλλες εικαστικές τέ­χνες δεν είναι σε θέση να δώσουν; Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η ζωγρα­φική είναι μια τέχνη που αφορά τον άνθρωπο (ανθρωπιστική και φιλελευθέρη), η οποία διαμορφώνει σε μια συγκεκριμένη συμβολική γλώσσα τους μεγάλους μύθους - δηλαδή τις μεταφυσικές συντεταγμένες - που δίδουν ενέργεια, δύναμη και νόημα στη ζωή μας. Επίσης η ζωγραφική ως οπτική έκφραση της σκέψης γίνεται τρόπος ζωής, πράγμα το οποίο είναι το ίδιο με τη φιλοσοφία!
22. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Δημήτριος Πασσάς Το κίνημα της αντιψυχιατρικής
abstract | view |  rights & permissions
Το κίνημα της αντιψυχιατρικής αναφέρεται σε μια ομάδα δια-νοουμένων, οι οποίοι μέσα από το έργο τους αμφισβήτησαν την αυθεντία της ψυχιατρικής επιστήμης, έθεσαν τα ερωτήματα που αφορούσαν την εγκυρότη-τα της διάγνωσης και των κριτηρίων της, το βιολογικό υπόστρωμα μιας ψυ-χικής νόσου, το κατά πόσον μια θεραπεία αποβαίνει προς όφελος του ασθενή και εζήτησαν την αποασυλοποίηση όσων βρίσκονταν έγκλειστοι στα ψυχια-τρικά νοσοκομεία. Το κίνημα έγινε ευρύτερα γνωστό στον κόσμο κατά την δεκαετία του 1970 κατά την οποία απέκτησε αρκετούς υποστηρικτές. Ο όρος «αντιψυχιατρική» εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο βιβλίο του D. Cooper (Psychiatry and antipsychiatry, 1967). Κυριότεροι εκπρόσωποι του αντιψυχι-ατρικού κινήματος θεωρούνται ο Michel Foucault, o R. D. Laing, o D. Cooper και o Thomas Szasz. Μέσα από τα έργα τους προσπάθησαν να κλονίσουν την πεποίθηση που καλλιεργείται από την ψυχιατρική, η οποία υποστηρίζει ότι πίσω από κάθε ψυχικό νόσημα κρύβεται κάποια γενετική ανωμαλία και μάλιστα έφθασαν στο σημείο να αρνηθούν τον όρο «ψυχική ασθένεια», ως μια αφηρημένη θεωρητική κατασκευή, που σκοπό της είχε την ετικετοποίη-ση (labeling) και την εξάλειψη μιας σειράς διαφορετικών και αποκλινουσών συμπεριφορών, χωρίς την συναίνεση των ασθενών (υποκειμένων). Με άλλα λόγια κατήγγειλαν την ψυχιατρική ως μια ψευδοεπιστήμη, η οποία με την «αγαστή» συνέργεια του κράτους λειτουργούσε σαν ένας καταπιεστικός μη-χανισμός, ο οποίος είχε σκοπό να ενισχύσει συγκεκριμένες νόρμες και στερε-ότυπα σχετικά με το τί είναι φυσιολογικό και τί δεν είναι, τα οποία με τη σειρά τους λειτουργούν ως αναχώματα ή ως στηρίγματα του καπιταλιστικού συστή-ματος. Στόχος της εργασίας είναι να παρουσιαστούν οι θέσεις των κυριότερων εκπροσώπων του κινήματος, να εκτιμηθεί ο ρόλος και η σημασία αυτών των θέσεων, καθώς και να αποτιμηθεί η επιρροή που άσκησε το εν λόγω κίνημα στον τομέα της ψυχικής υγείας μέχρι σήμερα.
23. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Γιούλη Ι. Παπαϊωάννου Δεοντοκρατία ή συνεπειοκρατία: Μια διαχρονική διαμάχη υπό το φως της σύγχρονης επιστήμης
abstract | view |  rights & permissions
Μία από τις μεγαλύτερες έριδες στην ιστορία της φιλοσοφίας είναι η διαμάχη μεταξύ οπαδών της δεοντοκρατίας –της θεωρίας σύμφωνα με την οποία η ηθική αξιολόγηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς πρέπει να γίνεται με κριτήριο την πρόθεση– και οπαδών του ωφελιμισμού –της θεωρίας σύμφωνα με την οποία κριτήριο της ηθικής αξιολόγησης πρέπει να είναι οι συνέπειες των πράξεών μας. Το πρόβλημα γίνεται περισσότερο επίκαιρο λόγω των σύγχρονων επιστημονικών εξελίξεων καθόσον φαίνεται να δικαιώνουν μάλλον τους οπαδούς του ωφελιμισμού παρά τους υποστη-ρικτές της δεοντοκρατίας. Ειδικότερα, πορίσματα σύγχρονων επιστημονικών ερευνών1 δείχνουν ότι η ηθική αξιολόγηση βάσει αποτελεσμάτων συνιστά ορ-θότερο τρόπο ηθικής προσέγγισης καθόσον, όταν σκεφτόμαστε ωφελιμιστι-κά, φαίνεται ότι δραστηριοποιούνται οι περισσότερο «έλλογες» περιοχές του εγκεφάλου μας. Αντιθέτως, όταν λαμβάνουμε αποφάσεις και διαμορφώνουμε τη συμπεριφορά μας βάσει άλλων κριτηρίων, όπως η πρόθεση ή το καθήκον, δραστηριοποιούνται οι περισσότερο «άλογες» περιοχές του εγκεφάλου μας. Εάν λοιπόν η ηθική και η ηθικότητα συνδέονται και πρέπει να συνδέονται με τη λογικότητα και εφόσον προκύπτει –όπως αποφαίνονται ορισμένοι επιστή-μονες– ότι από τη φύση μας λειτουργούμε ορθότερα και λογικότερα, όταν συμπεριφερόμαστε αναλογιζόμενοι τα αποτελέσματα ή τις συνέπειες των πράξεων μας, τότε η επιστήμη φαίνεται να αναγνωρίζει ένα πλεονέκτημα στον ωφελιμισμό ή τη συνεπειοκρατία2 έναντι της δεοντοκρατίας. Εντούτοις μια προσεκτικότερη μελέτη των φιλοσοφικών εννοιών της πρόθεσης και του αποτελέσματος, του καθήκοντος και των συνεπειών, καταδεικνύει ότι ο από-λυτος διαχωρισμός τους, όχι μόνο δεν συνιστά την ορθότερη και λογικότερη προσέγγιση της ηθικότητας, αλλά δεν προσιδιάζει ούτε καν σε αυτό που θεω­ρείται «έλλογη φύση».
24. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 10
Ελένη Σοφατζή Ο υπαρξισμός του Ζαν Πωλ Σαρτρ στην ταινία του Φρανσουά Τρυφώ Fahrenheit 451
abstract | view |  rights & permissions
Σε αυτή την ανακοίνωση θα παρουσιαστούν τα βασικότερα σημεία της υπαρξιστικής θεωρίας του γάλλου φιλοσόφου και στοχαστή Ζαν Πωλ Σάρτρ, όπως αυτά αποτυπώνονται στην ταινία του Φρανσουά Τρυφώ Fahrenheit 451 (1966). Πιο συγκεκριμένα μέσα από την ιστορία του Μοντάγκ, ενός πυροσβέστη, και της Κλαρίς, μιας δασκάλας, οι οποίοι ζουν σε ένα απολυταρχικό καθεστώς, θα αναλυθούν ζητήματα όπως αυτό της «σκευοκρατίας», της εγκατάλειψης του ανθρώπου από το Θεό, της ελευθερίας του ανθρώπου, καθώς και της προσωπικής και συλλογικής του ευθύνης.
25. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 11
Περσεφόνη Κ. Γεωργίου Tα δικαιώματα των ζώων και ο Τοm Regan
abstract | view |  rights & permissions
Η περιβαλλοντική ηθική μελετά την ηθική σχέση των κοινωνικών ομάδων σε σχέση με το περιβάλλον στο οποίο διαβιούν. Μελετά δηλαδή την ηθική θέση των ανθρώπων, προς το περιβάλλον και προς όλα τα όντα και τα στοιχεία τα οποία το αποτελούν. Μέσα στο πλαίσιο αυτό γίνεται ιδιαίτερη συζήτηση για το παλαιό φιλοσοφικό πρόβλημα, ποια είναι η σχέση ανθρώπων και ζώων και αν είναι σωστό να αποδίδουμε στα τελευταία δικαιώματα. Ο Tom Regan, υπέρμαχος των δικαιωμάτων των ζώων, θεωρεί πως η εφαρμογή των ηθικών δικαιωμάτων δεν περιορίζεται μόνο στα έλλογα όντα, αφού ο άνθρωπος θεωρεί φορείς δικαιωμάτων τα βρέφη ή τους νοητικά ανάπηρους. Το κοινό γνώρισμα όλων των όντων που έχουν δικαιώματα, συνεπώς και των ζώων, αποτελεί το γεγονός πως είναι φορείς ζωής που έχει αξία για το κάθε όν και ως υποκείμενα ζωής φέρουν το κεφαλαιώδες δικαίωμα να μην αντιμετωπίζονται ποτέ από τους άλλους μόνο ως μέσον για την επίτευξη οποιωνδήποτε στόχων.
26. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 11
Δημήτριος Αντωνιάδης Από την περιβαλλοντική ηθική στην περιβαλλοντική εκπαίδευση: Ένα εννοιολογικό πλαίσιο
abstract | view |  rights & permissions
Η παρούσα ανακοίνωση αναφέρεται στο πλαίσιο ιδεών που κληρονόμησε η περιβαλλοντική εκπαίδευση από την περιβαλλοντική ηθική. Οι ιδέες αυτές προσδιορίζουν τον τρόπο σκέψης και δράσης του ανθρώπου. Η αλλαγή στον τρόπο σκέψης συνίσταται στην ανάγκη για αναθεώρηση του νοήματος της ανάπτυξης και της ευδαιμονίας όπως την εννοεί ο παραδοσιακός βιομηχανικός πολιτισμός. Δηλαδή αυτό που οφείλει να επιδιώκει ο σύγχρονος άνθρωπος είναι η συνολική ευδαιμονία (ψυχολογική, κοινωνική κ.ά.) και όχι η στενή ατομική οικονομική ευμάρεια. Επίσης ζητούμενο είναι η καλλιέργεια της ολιστικής σκέψης αντί της προσκόλλησης στη λογική, ώστε να αναπτυχθούν η σφαιρικότητα και η πληρότητα στη σκέψη. Μέσω της διεπιστημονικότητας, του συνδυασμού των γνώσεων, θα προσεγγίσουμε καλύτερα και σοφότερα το φυσικό περιβάλλον. Η αλλαγή στον τρόπο δράσης προβάλλει την αποφυγή της βίας σε συνδυασμό με την συνεργατική δράση μέσα στα όρια της τοπικής κοινότητας ως αντίδοτο στην κρατική πρωτοκαθεδρία και την παθητικότητα του πολίτη. Τέλος παρατίθενται τα συμπεράσματα, τα οποία αφορούν στο συνολικό μετασχηματισμό της προσωπικότητας στον οποίο συμβάλλουν τα διδάγματα της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.
27. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 11
Μαρία Χωριανοπούλου Η κλιματική αλλαγή, η διαγενεακή δικαιοσύνη και οι μελλοντικές γενεές ως υποκείμενα δικαιωμάτων
abstract | view |  rights & permissions
Η κλιματική αλλαγή, πέραν των ευρύτατων πρακτικών της συνεπειών, αποτελεί μείζον ηθικό ζήτημα το οποίο αφορά τόσο στη λεγόμενη διαγενεακή κοινωνική δικαιοσύνη όσο και στα ανθρώπινα δικαιώματα, αφού οι όποιες αλλαγές αναμένονται να επηρεάσουν τις μελλοντικές γενιές σε μεγαλύτερο βαθμό από ό, τι επηρεάζουν τις παρούσες. Στόχος του ανά χείρας δοκιμίου είναι η διερεύνηση του κύρους της επίκλησης δικαιωμάτων χάριν των μελλοντικών γενεών, και η εξέταση του βαθμού στον οποίο υφίστανται αντίστοιχα καθήκοντα ή ευθύνες των υπαρχουσών γενεών προς αυτές. Συγκεκριμένα θα υποστηρίξω ότι σε ό, τι τουλάχιστον αφορά στην κλιματική αλλαγή, επίκληση των σχετικών δικαιωμάτων φαίνεται ανυπόστατη και σε κάθε περίπτωση είναι ατελέσφορη.
28. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 11
Αναστασία Μπομπολάκη Δικαιώματα των ζώων και παράπλευροι διαχειριστικοί μηχανισμοί
abstract | view |  rights & permissions
Η σύγχρονη γενετική και οι νευροεπιστήμες τείνουν να υποκαταστήσουν τον ανθρωποκεντρικό κόσμο, με έναν κόσμο μεγαλύτερης βιολογικής πολυπλοκότητας, θέτοντας σε αμφισβήτηση το ανθρώπινο δικαίωμα να νομοθετεί μονομερώς και με σχετικιστική ηθική για τα ζώα και τη φύση. Η δυνατότητα των παράπλευρων διαχειριστικών μηχανισμών πολιτικής να εξομαλύνουν αυτού του είδους τις νομοθεσίες εκπίπτει σταδιακά, καθώς η πολιτική φιλοσοφία παύει να είναι προϋποτιθέμενο υπόβαθρο των οικονομικών συστημάτων. Ως αποτέλεσμα, η αντιμετώπιση του ζώου γίνεται με τρόπο αντιφατικό σε σχέση με την αδήριτη σημερινή ανάγκη να ορίσουμε ξανά τί είναι ένας άνθρωπος.
29. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 62
Δημήτριος Σ. Πατέλης Πτυχές του δια της πληροφορικοποίησης εκφυλισμού της έρευνας επί κεφαλαιοκρατίας
abstract | view |  rights & permissions
Στην ανακοίνωση1 εξετάζονται ορισμένες τάσεις που εκδηλώνονται στην επιστημονική δραστηριότητα, ως αποτέλεσμα των οποίων η πληροφορία αποσπάται από τη γνωστική διαδικασία και λειτουργεί ως αυταξία, σε αντιδιαστολή με την πραγματική σημασία της και την αυθεντική γνώση. Έτσι, η προσοχή επικεντρώνεται στην τεχνολογία κωδικοποίησης-αποκωδικοποίησης της πληροφορίας. Αυτή η τάση συνδέεται με την θριαμβευτική επιβολή ποικίλων επιστημομετρικών, βιβλιομετρικών κ.ο.κ. δεικτών, και τη συνακόλουθη εκθετική αύξηση της παραγωγής-προαγωγής επιστημονικών δημοσιεύσεων. Δεδομένου ότι η ταχύτητα πρόσληψης και αντίδρασης στην πληροφορία είναι αντιστρόφως ανάλογη του βάθους και της κριτικής επεξεργασίας της, εξυπακούεται ότι και οι δυνατότητες αποκωδικοποίησης, γενίκευσης και διακρίβωσης της πραγματικής συμβολής μιας εκάστης των δημοσιεύσεων στην προαγωγή της πραγματικής έρευνας, είναι νομοτελώς αντιστρόφως ανάλογες του όγκου και των ρυθμών αύξησής τους. Η ίδια η αλήθεια μετατοπίζεται από την αναφορά στο μέρος του επιστητού που συνιστά το γνωστικό αντικείμενο, στο καθ’ ύλην αρμόδιο θεσμικό συλλογικό υποκείμενο, τα κριτήρια του οποίου ανάγονται πρακτικά στο δίκτυο καταχώρησης και αναγνώρισης της σχετικής πληροφορίας, ενώ ο επιστήμονας υποβαθμίζεται σε τεχνολόγο, εξειδικευμένο στη χρήση τεχνικών προσπορισμού νέων επιστημονικών γεγονότων και δεδομένων, ή στην επιτήδειο επιλεκτική εμπλοκή σε συγκυριακά δημοφιλείς θεματικές, που του διασφαλίζουν ευάριθμες δημοσιεύσεις, αναφορές, αναγνώριση, κ.ο.κ. Η “έρευνα” ανάγεται συχνά σε επιστημονικοφανείς λεκτικοποιήσεις παραστάσεων, σε διαχείριση του λόγου (του κειμένου), σε συνειρμικές (ή και ασυνάρτητες) αναφορές και “θεματοποιήσεις”, σε “πλαισιώσεις” και ”αναπλαισιώσεις” κατά το δοκούν, κ.ο.κ. εντός ενός τελετουργικά προσδιορισμένου πλαισίου βερμπαλισμών και λεξιλαγνείας. Η υπέρβασή αυτού του καταστροφικού αδιεξόδου είναι εφικτή μόνο στην κατεύθυνση του αγώνα για αυθεντικά επιστημονική θεωρία, μεθοδολογία και στάση ζωής, βάσει της λογικής του γνωστικού αντικειμένου και των πραγματικών αναγκών της ανθρωπότητας.
30. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 39
Μαρίνα Γρηγοροπούλου Προς μια φαινομενολογία του έρωτα: Τα Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου του Ρ. Μπαρτ
abstract | view |  rights & permissions
Η εισήγηση αυτή αποτελεί ένα εγχείρημα ανάγνωσης των Αποσπασμάτων του ερωτικού λόγου του Γάλλου στοχαστή Ρολάν Μπαρτ στο φως της φαινομενολογίας του 20ου αιώνα. Συγκεκριμένα η ανάλυση λαμβάνει χώρα στα εξής δύο επίπεδα: το πρώτο συνίσταται στη λειτουργία της φαινομενολογίας ως μορφολογικού δείκτη του κειμένου και αποσκοπεί στην προσέγγιση του ερωτικού συναισθήματος ως φαινομένου και του ερωτευμένου υποκειμένου ως όντος, ενώ το δεύτερο συνίσταται στη λειτουργία της φαινομενολογίας ως υποβάθρου του θεωρητικού μηνύματος του έργου και αποσκοπεί στην κατάδειξη της άρσης του ηγετικού ρόλου της θεωρίας. In fine, διά της μετακίνησης του Μπαρτ προς τη φαινομενολογία και διά της μετατόπισής του ως προς τη θεωρία κατά την άρθρωση του ερωτικού λόγου αναδύεται ο πολύπλοκος διάλογος της φιλοσοφίας με τη λογοτεχνία.
31. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 39
Παναγιώτης Σκοπετέας To πλατωνικό δόγμα της αθανασίας της ψυχής συνδυασμένο με την έννοια της αθανασίας στον Μίλαν Κούντερα: Ο μυστικός διάλογος Σωκράτους και Κούντερα με τον ποιητή Ν. Γκάτσο
abstract | view |  rights & permissions
Στο έργο Φαίδρος ο Πλάτων υποστηρίζει πως κάθε ψυχή είναι αθάνατη, επειδή εμπεριέχει το υπερφυσικό ιδίωμα της αυτοκίνησης. Κατά τον Σωκράτη, οι ψυχές στην προσπάθειά τους ν’ αντικρίσουν τις ιδέες που εδράζονται στον ουρανό, αλληλοσυγκρούονται, σπάνε τα φτερά τους και πέφτουν στη γη ενσαρκωμένες και μετενσαρκωμένες σε σώματα διαβαθμιζόμενης ατομικής αξίας. Στο έργο Φαίδων ο Σωκράτης, όντας περισσότερο αποδεικτικός, προσπαθεί να αποδείξει την αθανασία της ψυχής με τα ακόλουθα επιχειρήματα: α) το επιχείρημα των εναντίων, β) το επιχείρημα της ανάμνησης και γ) το επιχείρημα της ομοιότητας της ψυχής με τις ιδέες. Ο Μίλαν Κούντερα, ξεφεύγοντας από τον όρο ψυχή, θα διαχωρίσει την αθανασία σε μικρή και μεγάλη ανάλογα με τη δύναμη της ανάμνησης που διατηρεί ένας άνθρωπος για κάποιον άλλο συνάνθρωπό του που φεύγει από τη ζωή. Ο ποιητής Νίκος Γκάτσος στο ποίημά του «Αθανασία» επιδίδεται σε μία κατηγορηματική άρνηση, όσον αφορά την κατάκτηση της αθανασίας από τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που εκείνοι διαθέτουν. Hac conditione το εν λόγω ποίημα αρνείται τη φιλοσοφία του πλατωνικού Σωκράτους περί της αθανασίας, αλλά και τη λογοτεχνία του Μίλαν Κούντερα σε σχέση με το ίδιο θέμα. Όμως, εάν σ’ ένα μεταφυσικό και υπερλογικό επίπεδο ο Γκάτσος συναντούσε τους προηγούμενους άνδρες, ίσως ο ποιητής κατέφευγε σε μία αναθεωρητική προσαρμογή των στίχων του, αφομοιώνοντας τελικά τόσο το πνεύμα του πλατωνικού Σωκράτους όσο και το πνεύμα του Μίλαν Κούντερα.
32. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 39
Θωμάς Συμεωνίδης Ελευθερία χωρίς νόημα: Ο Adorno και το τέλος του παιχνιδιού του Beckett
abstract | view |  rights & permissions
Σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι να προσεγγιστεί η σχέση φιλοσοφίας και λογοτεχνίας μέσα από τη φιλοσοφική ερμηνεία που επιχειρεί ο Adorno για το Τέλος του παιχνιδιού του Beckett. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ίδιο τον Adorno, ένα από τα βασικά θέματα στο δοκίμιό του ‘Trying to understand endgame’ είναι η κριτική της οντολογίας. Στον τρόπο με τον οποίο ο Beckett μορφοποιεί αισθητικά τόσο τους χαρακτήρες όσο και την εξωτερική πραγματικότητα του έργου ο Adorno διακρίνει μία ιδιαίτερη κατανόηση της αρνητικής διαμεσολάβησης που υφίσταται το υποκείμενο από το κοινωνικό πλέγμα εντός του οποίου συγκροτείται. Για το λόγο αυτό οικειοποιείται την αισθητική απόδοση αυτής της κατανόησης, προκειμένου να ασκήσει κριτική στον τρόπο με τον οποίο αποδίδεται η σχέση υποκειμένου–πραγματικότητας τόσο στο εσωτερικό της θεμελιώδους οντολογίας του Heidegger όσο και στην υπαρξιακή φιλοσοφία των Sartre και Jaspers. Ειδικότερα, ο Adorno θεωρεί πως οι βασικές έννοιες αυτών των φιλοσοφικών κατευθύνσεων στερούνται περιεχομένου, καθώς αγνοείται η διαμεσολάβησή τους από την κοινωνική πραγματικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, αντλώντας από την Αρνητική διαλεκτική και το Trying to understand endgame, αναλύεται η έννοια της ελευθερίας με βασικό σκοπό την κατανόηση της κριτικής του Adorno.
33. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 39
Αγάθη Μαρκάτη Ο Χριστός ξανασταυρώνεται του Νίκου Καζαντζάκη: Περί του καλού και του κακού ή η ‘κλειστή’ και η ανοιχτή ηθική
abstract | view |  rights & permissions
Στο μυθιστόρημα του Ν. Καζαντζάκη Ο Χριστός ξανασταυρώνεται εξετάζεται το κεντρικό θέμα του 23ου Παγκοσμίου Συνεδρίου Φιλοσοφίας (Αθήνα 2013) μέσα από δύο διιστάμενες φιλοσοφικές και ηθικές στάσεις. Σε ένα ελληνικό χωριό, ενώ οι κάτοικοι ετοιμάζουν ένα θρησκευτικό δρώμενο σχετικό με τη Σταύρωση και την Ανάσταση, καταφθάνουν πρόσφυγες που ζητούν ψωμί και στη συνέχεια γη. Η τοπική κοινωνία διά του ιερού δράματος, αναδιατάσσεται σε δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις και σε δύο αντίπαλες ηθικές συμπεριφορές. Το μυθιστόρημα τελειώνει με τον Μανολιό-Χριστό, που έμελλε να αναστηθεί, τελικώς να δολοφονείται. Η σταύρωση του πρωταγωνιστή-Χριστού εξετάζεται με τη θεωρία του Jung, ως λειτουργία αρχετυπική, αναγόμενη στο συλλογικό ασυνείδητο. Ορίζεται η σχέση ‘καλού-κακού’, γενικότερα, αλλά και από τη σκοπιά μίας δυναμικής οντολογίας. Το ‘καλό’ τίθεται ως η διεύρυνση της συνείδησης, η ένωσή της με το Όλο και, συνεκδοχικά, η επέκταση της ζωής. Αντίθετα ως ‘κακό’ θεωρείται η στατικότητα και η καθήλωση σε ό,τι εξυπηρετεί την χωριστικότητα (φόβος, πλούτος, εξουσίαση). Διατυπώνονται οι θέσεις του Kant και, ιδιαίτερα, των Nietzsche και Bergson, φιλοσόφων που επηρέασαν τον Καζαντζάκη, πληρέστερα δε οι οντολογικές και ηθικές αρχές τους (ελευθερία της βούλησης- amor fati - élan vital). Οι πρωταγωνιστές του ‘καλού’ στο Ο Χριστός ξανασταυρώνεται πράττουν ως ‘η κατάφαση στη ζωή’, ως η χαρά του νιτσεϊκού ‘εδώ και τώρα’. Η δράση τους εκδιπλώνει την ‘αέναη spirale της εξέλιξης’, τη ‘ζωτική ορμή’ του Bergson και τους ανυψώνει σε ‘συνεργούς του Θεού’. Στη συνέχεια η θεωρία του Πλάτωνα στην Πολιτεία, περί δικαιοσύνης, αναβαθμίζει το ερώτημα ‘καλού-κακού’. Επισημαίνεται η διάκριση μεταξύ νομίμου-δικαίου, για να απαντηθεί ως η ‘κλειστή’ ηθική των κανόνων και των νόμων σε αντιδιαστολή με την ανοιχτή ηθική της προσωπικής και κοινωνικής ανάπτυξης.
34. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 42
Δημήτρης Σδρόλιας H γέννηση και οι θάνατοι του φροϋδικού ασυνειδήτου: Προς ένα καινούργιο cogito
abstract | view |  rights & permissions
Αφού αρχικά αποπειραθούμε να συνδέσουμε τη θεμελιακή φιλοσοφική προβληματική με την ψυχαναλυτική θεωρητικοποίηση του ασυνειδήτου, κάνοντας ένα πρώτο βήμα για τη θέαση του τελευταίου στο πλαίσιο της χαϊντεγκεριανής προοπτικής της αποδόμησης της ιστορίας του είναι στο πέρας των εποχών του, υποστηρίζουμε ότι, παρόλο που το ασυνείδητο ήρθε αρχικά να χτίσει επάνω στο καντιανό όριο στο γνωστό, δίνοντας νέο υπόβαθρο στις φιλοσοφικές θεωρίες, διαστέλλοντας και εμπλουτίζοντας σημαντικά ό,τι θεωρούμε γνώση, οδηγώντας έτσι τη φιλοσοφία να αρθεί στην αρχική εκείνη πρόκλησή της, ως μελέτη ακριβώς θανάτου, ερχόμενη έτσι εγγύτερα στην ανθρώπινη περατή κατάσταση με νέα από δεδομένα, στο μυστήριο του τί είναι εν τέλει άνθρωπος, παρόλα αυτά εξώκειλε από τον αρχικό του αυτό στόχο. Οι τρόποι, παρόλα αυτά, με τους οποίους θανατώθηκε, -στο πλαίσιο των θετικών ή αρνητικών από θανάτους του-, κατά μήκος της σύντομης ιστορίας του, ανέδειξε εντελώς καινούργιους δρόμους που χρειάζεται στο εξής να διασχισθούν, αχαρτογράφητους έως τώρα από τη φιλοσοφία ή και την ψυχανάλυση, χωρίς την περιεχομενικοποίηση, ούτε και την αναίρεση, της έννοιας ακριβώς του ορίου, μέσω της επανάληψης, περιεχομενικής ή α-περιεχομενικής του, ή μέσω υπερ-πραγματικότητας, όσο και διευρυμένου εγώ μας. Αυτή είναι η μόνη ελπίδα διαφυγής από το τρέχον μας αδιέξοδο, αυτό του μεταμοντερνισμού μας, που μας οδήγησε στο πλέον αισθητό απ’ όλους μας –μέσω των «αναρχοκαπιταλιστικών» μας κρίσεων- ολοκαύτωμα της διαφοράς. Πώς όμως να το σκεφτούμε το όριο ακριβώς της σκέψης μας, το αδύνατο να σκεφτούμε, έτσι επαναπροσδιορίζοντας την ουσία του ασυνειδήτου, που κάνει εκ νέου επίκαιρη τη φροϋδική ενόραση, ότι το μεγαλύτερο στην ουσία μυστήριο το διαθέτει per se η συνείδηση; Κάποιος βεβαίως σκέφτεται πίσω απ’ το cogito μας, σκεφτόμενος απ’ τη θέση του πάνω από μία τρύπα. Τί ακριβώς θα σήμαινε όμως per se ετούτο; Μία ωπή σκεπτόμενη; Θα ισούταν με ασυνείδητο μία «vacuum cogitans» μας; Πως συλλαμβάνει η σκέψη μας το ίδιο της το ασύλληπτο; Γιατ’ ίσως ακριβώς αντίθετα με τα αμλετικά τα λόγια, εκείνου του μονολόγου του, του πλέον του διαβόητου, ίσως και να υπάρχει εν τέλει ένα όργανο για το άγνωστο. Μία εποπτεία θανάτου. Να που οφείλει άμεσα ν’ ανοίξει η φιλοσοφία. Η φιλοσοφική η έρευνα. Σε cogito πλέον θανάτου.
35. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 42
Μαρία Κλη Η ανθρωπολογία στην ψυχαναλυτική προβληματική του Κορνήλιου Καστοριάδη
abstract | view |  rights & permissions
Η πρόθεση μου στην παρούσα ανακοίνωση είναι η ανάδειξη των ανθρωπολογικών θέσεων που έχουν προτεραιότητα στη φιλοσοφική διανήση του Κορνήλιου Καστοριάδη, με αναφορά στην ψυχαναλυτική προβληματική που αναπτύσσει. Η ψυχανάλυση για τον Καστοριάδη δεν προδίδει μόνο την ‘αδυνατότητα’ του υποκειμένου, αλλά και την υπέρβαση αυτής της ‘αδυνατότητας’. Το υποκείμενο στον Καστοριάδη δεν είναι ένα υποκείμενο a priori λογικό, απόλυτα αφομοιωμένο από το κοινωνικό, όπως δεν είναι ένα υποκείμενο χαμένο, που ‘συλλαμβάνεται’ από τους ασυνείδητους καθορισμούς και προδίδεται από μια ‘γλώσσα λανθάνουσα’, από την οποία έχει ανέκκλητα αποξενωθεί. Όπως θα υποστηρίξω, στην καστοριαδική ανθρωπολογία αυτό που αποτελεί ίδιον του ανθρώπου είναι η αυτοδημιουργία και προορισμός του η αυτονομία. Αυτή ακριβώς η επιδίωξη, που συμβαίνει να συμπίπτει με τους σκοπούς μια επιτυχούς αναλυτικής διαδικασίας, συνιστά όχι μόνο ένα βαθιά ανθρώπινο σκοπό, αλλά και καίρια προϋπόθεση μιας ελεύθερης και αυτόνομης κοινωνίας. Η καστοριαδική ψυχανάλυση στοχεύει στην αυτονομία, μέσα από την εγκαθίδρυση μιας διαφορετικής , διαυγασμένης κατά το δυνατόν, σχέσης του υποκειμένου με τον εαυτό του. Με την ανάδειξη του είναι της ψυχής ως φαντασίας, ο Καστοριάδης αναφέρεται σε μια συνθήκη επιτρεπτική του ανακλαστικού στοχασμού, υπερβαίνοντας έτσι τον βιολογισμό του Φρόϋντ και κατορθώνοντας να δείξει ότι η σκέψη είναι κάτι πολύ διαφορετικό από τη διαδικασία του απλού λογικού υπολογισμού. Η φαντασία αναδεικνύεται σε πηγή δημιουργίας και το ανθρώπινο ον, ως ον με φαντασία, είναι ικανό δυνάμει για αυτοδημιουργία και απόφαση.
36. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 44
Ευάγγελος Γραμματικόπουλος Η πράξη στον Αριστοτέλη και στο Είναι και χρόνος του Heidegger
abstract | view |  rights & permissions
Η πρώιμη περίοδος του Heidegger αποτελεί μια από τις πιο σιωπηλές περιόδους στη διάρκεια της ζωής του μεγάλου Γερμανού φιλοσόφου. Εντός της κυοφορείται το επιφανέστερο φιλοσοφικό έργο του, το Είναι και χρόνος, το οποίο θα επηρεάσει πολυσχιδώς τη φιλοσοφική σκέψη του προηγούμενου αιώνα. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Αριστοτέλη στις πανεπιστημιακές διαλέξεις και στα συγγράμματα του φιλοσόφου αυτής της περιόδου που αφορούν την πρακτική φιλοσοφία του, την οποία ο Heidegger επιχειρεί να αναμορφώσει και να εντάξει στο δικό του φιλοσοφικό σύστημα, θέτουν το ζήτημα της σχέσης μεταξύ δύο θεμελιωδών ανθρώπινων δραστηριοτήτων: της θεωρίας και της πράξης. Ποιό είναι το περιεχόμενο που θα λάβει τελικά η «πράξη» εντός του χαϊντεγκεριανού πλαισίου; Ποιά είναι η γνήσια σχέση της με την αριστοτελική θεωρία; Η εξέταση της απόπειρας του Heidegger να προβεί σε μια παραβίαση της διάκρισης μεταξύ «θεωρίας» και «πράξης» (ή μεταξύ σοφίας και φρόνησης) και να αναμετρηθεί με την ίδια την ισχύ της αριστοτελικής θέσης, ωθεί σε μια επαναδιερεύνηση της μορφής που λαμβάνει η ως άνω σχέση εντός της ανθρώπινης υπόστασης.
37. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 49
Νικόλαος Προγούλης Παραγωγική και μη παραγωγική VS. χρήσιμη και άχρηστη εργασία
abstract | view |  rights & permissions
Υπάρχουν άχρηστες εργασίες, δηλαδή εργασίες από τις οποίες μια κοινωνία θα μπορούσε να απαλλαχθεί χωρίς καμία επίπτωση στην ομαλή της λειτουργία και την υλική της ευημερία; Σημείο εκκίνησης είναι οι έννοιες της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας, όπως διατυπώθηκαν από τον Adam Smith και τον Marx. Ωστόσο και για τους δύο αυτούς διανοητές ορισμένες μη παραγωγικές εργασίες μπορεί να είναι για διαφόρους λόγους απαραίτητες. Η έννοια της άχρηστης εργασίας, αν και σχετίζεται με την έννοια της μη παραγωγικής εργασίας, την υπερβαίνει κατά το ότι υποδηλώνει εκείνες τις εργασίες, από τις οποίες μια κοινωνία θα μπορούσε να απαλλαχθεί πλήρως. Η άχρηστη εργασία μπορεί να ανιχνευτεί σε δύο πεδία: α) Σε δραστηριότητες, καθ’ όλα νόμιμες που απλώς ιδιοποιούνται πλούτο που παράγεται από άλλες. Και β) Σε δραστηριότητες που είναι απαραίτητες για την κάλυψη εσωτερικών αναγκών του συγκεκριμένου οικονομικού συστήματος. Κάθε οικονομικό και κοινωνικό σύστημα έχει ανάγκη από κάποιες εργασίες που βοηθούν στην ομαλή αναπαραγωγή του. Μόνο υπό ένα διαφορετικό πρίσμα, εκείνο μιας άλλης, ριζικά διαφορετικής κοινωνίας, το θεωρούμενο χρήσιμο, παραγωγικό, ή ορθολογικό μετατρέπεται σε άχρηστο, μη-παραγωγικό, ανορθολογικό ή σπάταλο. Από την άποψη λοιπόν μιας κοινωνίας, που παράγει όχι για το κέρδος, αλλά για να καλύψει τις ανάγκες των μελών της και όπου μια σχετική ισοκατανομή αποτρέπει την υπερβάλλουσα κατανάλωση εκ μέρους ενός μικρού ποσοστού προνομιούχων, προσπαθούμε να διακρίνουμε τη χρήσιμη από την άχρηστη εργασία
38. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 5
Ελευθερία Θεοφίλου Η επιχειρησιακή ηθική ως τρόπος συμπεριφοράς στη σύγχρονη επιχείρηση
abstract | view |  rights & permissions
Ποιος ο ορισμός της επιχείρησης; Τι εκπροσωπεί μία επιχείρηση; Τίθεται θέμα συμπεριφοράς και δεοντολογίας εντός της σύγχρονης επιχείρησης; Ποια τα όρια της δεοντολογίας αυτής; Είναι αντικειμενική; Ποιοι οι άξονές της (προϋποθέσεις) της; Αυτά και διάφορα άλλα ερωτήματα αποτελούν την προβληματική για το θέμα της επιχειρησιακής ηθικής. Σκοπός, λοιπόν, της παρούσης, δεν είναι τόσο οι απαντήσεις, όσο ο προβληματισμός για την ηθική και την δεοντολογία στην σύγχρονη επιχείρηση. Με όπλα την φαντασία και την περιέργεια, οι σύγχρονες επιχειρήσεις καθορίζουν την δική τους δεοντολογία, τον δικό τους άγραφο νόμο λειτουργίας, ο οποίος δεν αναφέρεται πουθενά στα καταστατικά, εν τούτοις υπάρχει για να κατευθύνει την συμπεριφορά των ανθρώπων εντός της.
39. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 5
Ανέστης Καραστεργίου Επιχειρησιακή ηθική και οικονομική κρίση
abstract | view |  rights & permissions
Το κύριο θέμα της εργασίας είναι να συζητηθεί η επίδραση που ασκεί η παγκόσμια οικονομική κρίση στο χώρο της “επιχειρησιακής ηθικής”. Θα παρουσιαστούν οι τρεις βασικές ηθικές θεωρίες που δεσπόζουν στο χώρο της “επιχειρησιακής ηθικής” με σκοπό την αποσαφήνιση των ηθικών ερωτημάτων που αφορούν τον κλάδο της ηθικής που φέρει τον τίτλο “επιχειρησιακή ηθική”, δεδομένου ότι ο ίδιος ο όρος “επιχειρησιακή ηθική” είναι πολύ δύσκολο να οριστεί με σαφήνεια. Επιπλέον θα συζητηθούν οι αλλαγές που επισυμβαίνουν στο χώρο της “επιχειρησιακής ηθικής” ως απόρροια της οικονομικής κρίσης καθώς και η ευθύνη που φέρουν οι επιχειρήσεις για τη δημιουργία της οικονομικής κρίσης. Ακόμη θα παρουσιαστούν κάποια ηθικά ζητήματα που προκύπτουν από τη θέση της Ελλάδας στην παγκόσμια οικονομική κρίση και εμπίπτουν στον κλάδο της “επιχειρησιακής ηθικής”. Τέλος το κύριο μέλημα αυτής της εργασίας είναι η επισήμανση των διαφόρων ηθικών ζητημάτων που προκύπτουν από την οικονομική κρίση και την αλληλεπίδρασή της με το χώρο της “επιχειρησιακής ηθικής” και όχι η ανάλυση του όρου “επιχειρησιακή ηθική” ή η επισκόπηση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, καθώς κάτι τέτοιο θα ξεπερνούσε κατά πολύ τον περιορισμένο χώρο τούτης της εργασίας.
40. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 50
Μαρία Βενετή Φύση, μάθηση και ανάμνηση στην πλατωνική φιλοσοφία της παιδείας
abstract | view |  rights & permissions
Η μεταφυσική της ψυχής και της ιδέας αποτελούν για τον Πλάτωνα κύρια οντολογική και γνωσιοθεωρητική προϋπόθεση της παιδείας. Η ψυχή νοείται από τον Πλάτωνα ως οντότητα φέρουσα τα γνωρίσματα της ανθρώπινης φύσης. Η ψυχή κατά τη διάρκεια της εγκόσμιας ύπαρξής της αναπτύσσεται δυναμικά στο πεδίο της μαθησιακής διαδικασίας με συγκεκριμένο γνωστικό σκοπό, δηλαδή την ολοκλήρωσή της. Αυτή επιτυγχάνεται στους πρώιμους διαλόγους διά της αναμνήσεως, μιας μεθόδου που ο Πλάτων συμπληρώνει αργότερα με τις έννοιες της αγωγής και της εκπαίδευσης. Η έννοια της μάθησης, αν και δεν είναι σαφώς οριοθετημένη στο πλατωνικό έργο, μπορεί να νοηθεί εν γένει ως συμπληρωματική της φύσης, με την έννοια ότι η επιλογή της κατάλληλης φύσης είναι προϋπόθεση για κάθε μάθηση, αλλά και ως κριτήριο επιτυχίας της εκπαιδευτικής προσπάθειας. Με την υιοθέτηση μιας τέτοιας οντολογικής και γνωσιοθεωρητικής προϋπόθεσης ο Πλάτων επιχειρεί να συνδέσει το παιδευτικό φαινόμενο με τη μεταφυσική. Παράλληλα ακολουθεί τη μεθοδολογία ενός εμπειρικού ορθολογιστή σε ό,τι αφορά τη στοιχειοθέτηση των κανόνων της μάθησης. Η εμπειριοκρατική μεθοδολογία οδηγεί τον Πλάτωνα να διατυπώσει διαχρονικές πρακτικές προτάσεις αναφορικά με ορισμένες παιδαγωγικές αρχές, όπως είναι η διακριτική καθοδήγηση του παιδιού από το δάσκαλο, η ανάπτυξη της αυτενέργειας κατά τη μάθηση, η ενεργοποίηση των εγγενών προδιαθέσεων των μαθητών κατά τη διδασκαλία και ορισμένες άλλες απόψεις, που μπορούν ίσως να συνοψισθούν στο ότι η μάθηση και η εκπαίδευση πρέπει να δημιουργούν ελεύθερους και «ζητητικούς» ανθρώπους.